Είναι κάποιες μέρες που όλα τα νιώθεις πιο έντονα, πιο πολύ, πιο πραγματικά….
Και αυτές τις μέρες ή θα νιώθεις την απόλυτη ευφορία ή θα έχεις πιάσει τον απόλυτο πάτο.
Τις μέρες λοιπόν του απόλυτου μηδέν,
θες απλά να κυλιστείς στη μιζέρια σου.
Θες να ακούσεις όλα τα τραγούδια που θα σου σφίξουν την καρδιά πιο πολύ, να δεις ταινίες που θα σε κάνουν να κλαις με λυγμούς, θες να πέσεις πιο κάτω από τον πάτο, θες να συνεχίσεις να πέφτεις, να βυθίζεσαι όλο και πιο πολύ, σε σκοτεινά υπόγεια που συνδέονται με μαύρους λαβυρίνθους χωρίς διέξοδο.
Όσο πιο χαμηλά πέσεις τόσο καλύτερα νιώθεις. Είναι λες και η μαυρίλα αυτή που ζεις, κρύβει ένα παράξενο θελκτικό φως που σε μαγνητίζει.
Όλα όσα ζεις, όσα βιώνεις, όσα γίνονται ένα με το πετσί σου μοιάζουν με μπάλες κι εσύ σαν ικανός ζογκλερ καλείσαι να τις χειριστείς με επιδεξιότητα και χάρη.
Όσες μπάλες κι αν σου πετάξουν, εσύ πρέπει να τις κρατήσεις στον αέρα.
Όμως και του πιο ικανού, του πιο δεξιοτέχνη ισορροπιστή κάποτε του πέφτουν οι μπάλες και ενίοτε πέφτει και ο ίδιος από το σχοινί.
Χτυπιέται, αυτοτιμωρείται, αναρωτιέται πως του συνέβη κάτι τέτοιο, απογοητεύεται με τον εαυτό του, χάνει την πίστη του στις ικανότητές του και μετά απλά, ξανασηκώνεται και λέει:
Πάμε πάλι! Ξανά! Κι άλλες μπάλες! Μπορώ!